Παρασκευή 28 Αυγούστου 2009

Εισιτήριο στην τσέπη σου

Επειδή εζήλεψα που τον φιλον τον Ριτσι που βάλλει τραούθκια στο μπλοκ του είπα να βάλω τζαι εγώ ένα που με συνεπαίρνει...

Στίχοι:
Ηλίας Κατσούλης
Μουσική:
Παντελής Θαλασσινός
Πρώτη εκτέλεση:
Παντελής Θαλασσινός

Ήθελα να 'μαι η αφή στην άκρη των δακτύλων σου
ό,τι αγγίζεις να 'χει κάτι κι από μένα
να 'μαι τη νύχτα η φωνή χαμένων φίλων σου
που λεν τραγούδια παλιά κι αγαπημένα

Ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου

Ήθελα να 'μαι η σκιά στην άκρη των βλεφάρων σου
η μόνη λέξη στο παραμιλητό σου
να 'μαι η πρώτη ρουφηξιά απ' το τσιγάρο σου
κι η τελευταία η γουλιά απ' το ποτό σου

Ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου

Θα 'θελα να 'μαι αστραπή που σβήνει μες στο βλέμμα σου
πάνω στο χέρι η τυχερή γραμμή σου
να 'μαι κρυμμένος πυρετός μέσα στο αίμα σου
για να ξυπνάω τις φωτιές μες στο κορμί σου

Ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου

Μπορείτε να το ακούσετε
εδώ

Κυριακή 23 Αυγούστου 2009

ΔΕΝ ΘΑ ΞΕΧΑΣΩ ΠΟΤΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ

Για αυτή την ανάρτηση μου έδωσε έναυσμα η Ρίτσα με το τελευταίο post της.

Υπάρχουν κάτι στιγμές στην ζωή που μένουν ανεξίτηλες στην ψυχή μας. Μια είναι και αυτή που θα σας περιγράψω πιο κάτω. Ξέρω ότι για πολλούς, τους είναι αδιάφορη, όμως εγώ δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ.

Ήταν 24 Δεκεμβρίου. Ήμουν στρατιώτης και βγήκα με άδεια για τα Χριστούγεννα. Ο πατέρας μου εκείνον τον καιρό είχε ένα διπλοκάμπινο και όποτε έβγαινα το έπαιρνα και με ένα παρέα μου πηγαίναμε γύρους μέσα στην Λεμεσό. Έτσι έγινε και εκείνη την μέρα. Μόλις βράδιασε ξεκινήσαμε για τον καθιερωμένο μας περίπατο. Πήγαμε 3-4 φορές πάνω κάτω στην παραλιακή. Μετά πήγαμε για φαγητό στα σουβλάκια της Κικής. Αυτά τα φαγοπότια που καμιά φορά αγγίζουν την έννοια του συμποσίου πάντα μου άρεσαν. Να κάθεσαι με καλή παρέα να τρως κυπριακό φαγητό, να πίνεις 2-3 μπυρίτσες και να συζητάς. Για οτιδήποτε. Πάντα με ευχαριστούν αυτές οι στιγμές. Φάγαμε λοιπόν και ξεκινήσαμε πάλι τον περίπατό μας. Είπαμε να ξεφύγουμε λίγο από τον παραλιακό. Ο δρόμος μας έβγαλε σε κάτι γειτονιές του Ύψωνα. Θυμάμαι εκείνη τη νύχτα έκανε τρομερό κρύο και φυσούσε δυνατά. Καθώς περιπλανιόμασταν, σε μια δεξιά στροφή του δρόμου βλέπουμε έναν ηλικιωμένο άνδρα να βρίσκεται μπροστά από το ανοικτό καπό του αυτοκινήτου του και κάτι να προσπαθεί να κάνει στην μηχανή. Ήταν ψιλός λεπτός με πλούσια άσπρα μαλλιά. Φορούσε ένα μπεζ παντελόνι με ένα χακί τρικό και μια χακί σάρπα. Ήταν κατσουφιασμένος από το κρύο. Σταματήσαμε και τον ρωτήσαμε αν χρειάζεται βοήθεια. Αυτός μας απάντησε ότι το αυτοκίνητό του είχε χαλάσει και ότι είχε χάσει το δρόμο. Κατεβήκαμε. Το αυτοκίνητό του ήταν ένα πολύ παλιό Land Rover που ξεκινούσε από την μηχανή. Δηλαδή δεν υπήρχαν κλειδιά για να το ξεκινήσεις αλλά έπρεπε κάθε φορά να ανοίγεις το καπό και να το ξεκινάς από εκεί. Σε μια φάση το αυτοκίνητο πείρε μπρός και εγώ τον ρώτησα:
- Παππού που μηνίσκεις?
Ο γέρος προσπαθούσε να μου απαντήσει αλλά καταλάβαινα ότι δεν μπορούσε. Η φωνή του έτρεμε και έβγαινε διακοπτόμενη. Δυσκολευόμουν να καταλάβω τι μου έλεγε. Περιμένω λίγο και τον ξαναρωτάω.
- Παππού που μηνίσκεις?
Με τρεμάμενη και αδύνατη φωνή μου απάντησε:
- Τούρτζικα γιέ μου. Εχάθηκα τζαι ενιξέρω το δρόμο να πάω πίσω. Συγνώμη γιε μου που ενι μπορώ να μιλώ αλλά έπαθα εγκεφαλικό πρίν λλίο τζαιρό τζαι εν για τούτο. Συγνώμη.
Μου ζήτησε δυο φορές συγνώμη με τέτοιο τρόπο λες και μου είχε κάνει μεγάλο κακό και καρτερούσε απεγνωσμένα την συγχώρεση μου. Ακολούθως με κοίταξε στα μάτια. Είδα ένα βλέμμα απόγνωσης. Ένα βλέμμα τρομαγμένο που εναπόθετε τις ελπίδες του σε ένα περαστικό. Και εκείνη τη στιγμή έτυχε να είμαι εγώ. Έβλεπα στα μάτια ενός ογδοντάχρονου και βάλε, ένα παιδί που μου ζητούσε να τον βοηθήσω. Δεν θα σβηστούν ποτέ από την μνήμη μου αυτά τα μάτια.
- Μα που ακριβός στα Τούρτζικα παππού?
Περνούν πάλι μερικά δευτερόλεπτα και μου απαντά με νωχελική φωνή:
- Τούρτζικα γιε μου.
Κατάλαβα ότι δεν μπορούσε να θυμηθεί.
- Εντάξει παππού να έρκεσε πίσω μας με το αυτοκίνητό σου τζαι θα σε πάρουμε εμείς.


Μπαίνω στο αυτοκίνητο. Κοιτάζω το ρολόι. Η ώρα ήταν 00:05. Ήταν Χριστούγεννα. Ξεκινήσαμε εμείς μπροστά και αυτός μας ακολουθούσε. Πήγαινε πολύ αργά. Άναψα τα φώτα κινδύνου και προχωρούσαμε. Δεν ξέραμε που να τον πάμε με τον φίλο μου. Σκεφτήκαμε να περάσουμε από τα Τούρτζικα και αν δεν καταφέρει ο παππούς να βρει το σπίτι του να τον οδηγήσουμε σε ένα αστυνομικό σταθμό και να ζητήσουμε βοήθεια. Μπαίνουμε στην λεωφόρο Μακαρίου με κατεύθυνση από Πάφο προς κέντρο της πόλης. Περνάμε τα σουβλάκια του Λευτέρη και από το γκαράζ της Citroen στρίβουμε δεξιά. Ήμασταν ήδη μέσα στον Τουρκομαχαλά. Ο παππούς συνέχιζε να μας ακολουθεί. Προχωράμε περίπου 200 μέτρα και βλέπουμε τον παππού να στρίβει από την πετρολίνα δεξιά. Εμείς αμέσως κάνουμε επαναστροφή και στρίβουμε από το ίδιο στρίψιμο που έστριψε και ο παππούς. Τον βλέπουμε να μπαρκάρει σε ένα χωράφι απέξω από ένα σπίτι. Θεωρήσαμε ότι εκεί θα έμενε και φύγαμε. Στο δρόμο για το χωρίο οι κουβέντες με τον παρέα μου ήταν πολύ λίγες. Ο καθένας ήταν βυθισμένος στις σκέψεις του. Εμένα όμως κάτι με έτρωγε μέσα μου. Έπρεπε να σταματούσαμε και να ρωτούσαμε αν εκεί είναι το σπίτι του, μήπως και μπερδεύτηκε. Συνεχώς στο νου μου ερχόταν εκείνο το βλέμμα του παππού και το ρολόι που έδειχνε 00:05.
Ύστερα από 2-3 μέρες πέρασα μόνος μου από εκείνη την περιοχή για να δω αν ήταν εκεί το αυτοκίνητό του. Δεν είδα τίποτα. Μετά από καμιά βδομάδα ξαναπέρασα. Πάλι χωρίς αποτέλεσμα.

Σάββατο 15 Αυγούστου 2009

Οι ιστορίες της στετές μου της Μαρίας

O Staktotzimistos tzai oi 7 dratzoi

Mia fora tzai ena tzairo ishe enan athropo polla adinaton tzai ftoxon p etzimatoun mes stous staxtous tzai en ishe ston ilio moira. Etsi efonazan ton staxtotzoimiston. Mian meran o staxtotzoimistos ipen oti en pai allon touti katastasi tzai oti eprepen na kami kati. Ekopsen o nous tou na pi nou mastrou na tou kami ena megalo spathi to opoion na grafi pano “kathontas skotwnw 100 tzialimonon an sikosto”. Etsi tzai eginen. O staxtotsimistos pianni to spathi tou pou osson tzai essonnen to tzai exekinise na pai se alla meroi perki evri mian tixi kallitteri. Eperpatissen vouna pediades erexen p limnes tzai eftase se ena dasos. Tzame ishen mian kalivan p mesa eminiskasin 7 dratzoi. Molis idan to spathin tzai tzinon p egrafen panw oi dratzoi efoithikan. Evalan tou krasin tzai ipien tzai edokan tou fai tzai efaen. Estrosan tou tzai ena stroma tzai etzimithike. Tin allin meran to prwi oi dratzoi en ton ethkioxan tzai epian gia tzini opos ekamnan kathe mera. O enas itan koutsos tzai afinanton panta esso gia na mairefki. Estrafikan oi dratzoi tzai eferan ta tzinia tous p itan kati pertitzia, laoi tzai kati alla mitsouthkia poullouthkia. Emairepsen ta o drakos o koutsos tzai ekatsan tzai efasin oulloi. Etaizan ton epotizan ton gia meres polles ton staxtotzoimiston. Gia na men ypopsiastoun kati oi dratzoi mia mera meta p pollin tzairo ipen tous o staxtotzoimistos na pai tzai tzinos mia volan na tziniisi. Oi 7 drakoi ipan tou “oi afentiko tha piennoume emis, esou na kathese esso na xekourazese”. Tzinos omws epemene tzai exekinise na pai tzinin. Molis efie p tin kaliva tzai epie sto dasos akouse ena katsiarisma p arkoshiro. P to fon toy efkiken panw se enan pefko. O arkoshiros edakkanen ton pefko na ton kopsi. Omws evollisan ta dontia tou meston kormo tou. Molis ivren tin efkerian o staxtotzoimistos ekatevike pou to dentro tzai ekopsen tou tin kkele tou me to spathin tou. Evale klathkia konta ston kormo tou dentrou gia na men doun oi alloi ta simathkia epiasen ton tzai ekolosiren ton 2-3 metra para tzi tzai efonaxe tous 7 drakous “elate panw tzai eskotwsa ena arkoshiro”. Molis to akousan oi dratzoi efoithikan polla. Lalou s emis kotzia mou dratzoi tzai ene kataferamen na skotwsoumen arkoshiron tzai ekataferen toutos monos tou? Epian oi dratzoi tzipanw epiasan ton arkoshiron tzai epiran ton stin kaliva tzai emairepsan ton. Mian imeran o staxtotzimistos p itan polla pira ipen tous oti en na pai na tzimithi panw stin moutti tou vounou katw p tin teratsia. Omws epidi ekatalave oti ethelan na ton xefortwthoun oi dratzoi epien tzai etzimithiken poukatw p enan allon dentro. oulli nixtan oi dratzoi me tous shippetous epezan konta stin teratsia gia na ton skotwsoun nomizomenoi oti o staxtotzoimistos itan tzame. To prwi oute sto kopo na pasin na doun an epethanen ene mpikan afou itan siouroi oti ekaman ton staxti ton staxtotzimiston opws elalousan tzai exaxanizan. Prin mesomerkasi kala kala o staxtotzoimistos estrafin stin kaliva. Oi drakoi edakkasan ta shiloi tous p to fon toys. “ma inta adropos en toutos olan. En ton pianoum me pompes me kanonia”ipan. Rwta ton o enas:
-“afentiko etzimoithikes kala epses?” -“Oi tzai polla kala, oulli nixta etsimpousan me kati mitsia mitsia aggathouthkia”
a manoulla m laloun oi dratzoi emis epezamen ton me tous shipettous tzai toutos eniwthe mitsia aggathakia... Tzai epidi mia istoria lali “an men imporis na dakkasis ton allon fila ton” evalan ton stin kaliva tous etaizan ton epotizan ton ospou egerase tzai epethane.

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2009

%$#@))(%$%#(&*$

ΣΚΑΤΟΜΕΡΑ ΣΚΑΤΟΜΕΡΑ
ΣΚΑΑΑΤΟΟΟΟΟ ΜΕΕΕΕΕΕΡΑΑΑΑΑΑΑ...

Όχι μόνο για τα τετελεσμένα της εισβολής και κατοχής αλλά και για τον λόγο ότι καταντήσαμε να χρησιμοποιούμε την τραγωδία ως αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης.

Κυριακή 9 Αυγούστου 2009



Η ΦΥΓΗ

Το βλέμμα μου δραπετεύει. Μαζί και η ψυχή μου. Κάνει μια βόλτα στο άπειρο της φύσης. Μπλέκετε με το γαλάζιο του ουρανού αγγίζει το πράσινο των δένδρων και ακολούθως γίνετε ένα με τη γη. Ένα ταξίδι αλλιώτικο, μαγευτικό, φανταστικό. Και όταν το ταξίδι τελειώσει, επιστρέφει το βλέμμα χωρίς την ψυχή μου. Τι να την κράτησε μακριά μου άραγε?

Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009

Άκου τη σιωπή μου!!!

Αυτό το post δεν απευθύνεται στο 100% του γυναικείου πληθυσμού.

Απόγευμα Κυριακής. Εσύ και η κοπέλα σου ή έστω μια φίλη σου καθισμένοι σε ένα ήσυχο παραλιακό καφέ. Όχι από αυτά που πηγαίνεις για πασαρέλα, από τα άλλα που πας για να ηρεμίσει το σώμα και το πνεύμα σου. Η θάλασσα να σου γλύφει τα πόδια το βλέμμα σου να απολαμβάνει το απέραντο γαλάζιο και το αυτί σου να αφουγκράζεται το ασταμάτητο τραγούδι των κυμάτων. Πίνεις τον καφέ σου και απολαμβάνεις την στιγμή.

Γυναίκα: Μα γιατί δεν μιλάς?
Άνδρας: Τι να πω?
Γυναίκα: Πες κάτι?
Άνδρας: Ε..Τι?
Γυναίκα: Οτιδήποτε ρε παιδί μου. Δεν περνάς καλά?
Άνδρας: Μια χαρά περνώ.
Γυναίκα: Ναι ναι… μια χαρά. Αφού βαρέθηκες.
Άνδρας: Όχι δεν βαρέθηκα. Αντιθέτως περνώ πολύ ωραία εδώ.
Γυναίκα: Αν θέλεις να φύγουμε απλά πες το.
Άνδρας: Μα δεν θέλω να φύγουμε. Μου αρέσει εδώ.
(ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΕΝΤΕ ΛΕΠΤΑ ΣΙΩΠΗΣ)
Γυναίκα: Τον λογαριασμό σε παρακαλώ…

ΥΓ. Ξέρετε εμείς οι άνδρες περνούμε καλά και χωρίς να μιλάμε.